Ο Χ΄ ΦΙΛΙΠΠΟΣ

Ο Χ΄΄ Φίλιππος ήταν ο τοκογλύφος της Χλώρακας και γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα. Δεν ήταν πλούσιος από γεννησιμιού του, αλλά ένας φτωχός βιοπαλαιστής που για να ζήσει μετα της οικογενείας του έκαμνε το γεωργό, ένα δύσκολο επάγγελμα σε κόπο και πενιχρά έσοδα. Οι άνθρωποι εκείνους τους καιρούς κυρίως καλλιεργούσαν καννάβια, σιτηρά και κρεμμύδια, αυτός συνήθιζε να φυτεύει μόνο κρεμμύδια.
Κάποια χρονιά στις αρχές του 20ου αιώνα που η παραγωγή των κρεμμυδιών ήταν μεγάλη και έμειναν απούλητα, την επόμενη εποχή οι περισσότεροι γεωργοί δεν τα φύτεψαν, με αποτέλεσμα η ζήτηση του προϊόντος να είναι πολύ μεγαλύτερη από την προσφορά. Όμως ο Χ΄Φίλιππος επειδή κυρίως μόνο κρεμμύδια συνήθιζε να καλλιεργεί, αλλά και γιατι μέσα του κάτι ίσως τον παρακινούσε, φύτεψε όλη τη γη του έναν απέραντο κάμπο, με αυτό το προϊόν.
Εκείνη τη χρονιά που κανείς άλλος δεν καλλιέργησε κρεμμύδια, έμεινε αυτός σχεδόν μονοπώλιο σε όλη την επαρχία, κατέχοντας τεράστιες ποσότητες τα οποία και επούλησε σε τιμές ψηλές που ο ίδιος καθόρισε. Μάζεψε πολλά χρήματα τα οποία επένδυσε κατ αρχας ανοίγοντας ένα παντοπωλείο γεμίζοντας το εμπορεύματα και τα οποια διέθετε στους φτωχους χωρικούς βερεσιέ, αλλά με ψηλό τόκο.
Σιγά με αυτό τον τρόπο το κεφάλαιο του μεγάλωσε, μπόρεσε και έδωσε απεριόριστο βερεσιέ σε όλους, αργότερα επεκτάθηκε  στο δανεισμό χρημάτων, στο τέλος κατάληξε από μπακάλης, ένας τοκογλύφος τραπεζίτης .
Τα χρόνια τα δύσκολα ήταν πολλά, η μια δεκαετία χειρότερη ακολουθούσε την άλλη και αυτός θησαύριζε κάθε χρόνο περισσότερο. Έγινε πολύ πλούσιος, απέκτησε τεράστια περιουσία από τις κατασχέσεις και έγινε ξακουστός σε όλη την Πάφο. Έκαμε πελάτες από άλλες κοινότητες, ακόμα Τούρκοι και Εγγλέζοι έρχονταν  σ αυτόν για δανικά.
Πολλοί χωριανοί τον κατηγόρησαν ότι τους εκμεταλλεύτηκε και τους πήρε τις περιουσίες, οι απόγονοι του όμως που σήμερα είναι οι μισοί χωριανοί, διηγούνται ότι ήταν ένας συνήθης άνθρωπος που είχε καλοσύνη, και δεν έπραττε όπως οι σημερινές τράπεζες, αλλά αυτός χαρίστηκε σε πολλούς, και σε πολλούς έδωσε βοήθεια. Υπήρξε ακόμα μεγάλος δωρητής και ευεργέτης για την ανοικοδόμηση μετά το χάλασμα της από τον μεγάλο σεισμό το 1953, της μεγάλης καθεδρικής εκκλησίας Παναγίας Χρυσοαιματούσης.
Τη χρονιά του 1958 λίγο πριν το τέλος του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, μια μέρα όπως έκανε κάθε μέρα, καβαλίκεψε τον γάιδαρο του και κίνησε στην πόλη του Κτημάτου ένα ταχτικό δρομολόγιο που συνήθιζε. Συνήθιζε κάθε πρωί να πηγαίνει στην οδό Φελάχογλου την Τούρκικη συνοικία της πόλης όπου καθόταν σ ένα καφενείο και πίνοντας τον καφέ του και περνώντας την ώρα του, διεκπεραίωνε ταυτόχρονα τις χρηματικές συναλλαγές του με τους Τούρκους.
Την εποχή εκείνη ένεκα του αγώνα των Ελλήνων Χριστιανών εναντίον των Βρετανών αποικιοκρατών, μεταξύ Ρωμιών και Τούρκων υπήρχε διαμάχη, καθώς οι Τούρκοι θεωρούνταν σύμμαχοι του εχθρού. Όμως μερικοί και από τις δυο πλευρές χωρίς να λαμβάνουν αυτή τη διαμάχη υπόψιν, συναλλάττονταν αναμεταξύ τους.
Μέσα στο καφενείο εκείνο που σήμερα ονομάζεται «Κληματαριά»  και είναι σουβλιτζίδικο, σύχναζαν και ορισμένοι Ρωμιοί, το ίδιο σύχναζε και ο Χ΄ Φίλιππος.
Εκείνο το μοιραίο πρωινό καβαλικεμένος πάνω στον γάιδαρο του ενώ πήγαινε την ίδια στράτα, ένα Τουρκί του έστησε καρτέρι πίσω από το Τούρκικο νεκροταφείο. Παραφύλαξε πίσω από τον ψηλό τοίχο και σαν σίμωσε, πετάχτηκε και αρπάζοντας το ζώο από τα γκέμια, ανέσυρε πιστόλι, το ακούμπησε στο πρόσωπο του Χ΄ Φίλιππου και του έριξε μια πιστολιά, και ύστερα έτρεξε και χάθηκε στο αντιφέγγισμα του πρωινού που ξημέρωνε εκείνη την κακιά μέρα.
Ο Χ΄Φίλιππος βαριά λαβωμένος αλλά σκληροτράχηλος καθώς ήταν, κρατήθηκε από το στρατούρι και συνεχισε να πορεύεται στον άδειο δρόμο προς την οδό Φελλάχογλου όπου έλπιζε να βρει βοήθεια.
Με πολλή δυσκολία τα κατάφερε, και φτάνοντας στο καφενείο έγειρε  και έπεσε. Οι Τούρκοι φίλοι του τον μετέφεραν αμέσως στο μικρό νοσοκομείο της πόλης, όμως οι γιατροί δεν μπόρεσαν να τον συνεφέρουν. Έχασε όλο του το αίμα κατά τη μεγάλη χρονική διάρκεια της μεταφοράς του, καθώς η αιμορραγία ήταν μεγάλη αφού είχε πυροβοληθεί στο στόμα και η σφαίρα τρύπησε το κεφάλι του από τη μια μεριά στην άλλη.
Μετά τον θάνατο του οι συγγενείς του μαρτυρούν ότι στο δεφτέρι που κατέγραφε τα δανικά, υπήρχε υπόλοιπο να παίρνει από τους Τούρκους δεκατρεισήμισι χιλιάδες λίρες, ένα τεράστιο ποσό για την εποχή εκείνη. Επομένως ήταν φανερά τα κίνητρα της δολοφονίας του.
Σκοτώθηκε από Τούρκους που εκείνους τους καιρούς λογαριάζονταν εχθροί της πατρίδας, γι αυτό θεωρήθηκε ήρωας και κηδεύτηκε με τιμές πεσοντος αγωνιστή υπέρ πίστεως πατρίδας και ελευθερίας.
Υ.Γ. Στην περιοχή της Βρύσης υπήρχε μια μεγάλη πέτρα που πάνω της ήταν μια σκαλιστή θύρα, δηλαδή μια θολωτή εισδοχή μέσα στην πέτρα, σαν σκαλιστό παράθυρο εκκλησίας. Ήταν μια μεγάλη πέτρα μέρος τοίχου μιας κάμαρης που βρισκόταν στο ύψωμα δεξιά της Βρύσης και ήταν το εργαστήρι κάποιου παλιού χρυσοχού. Η θύρα πάνω στην πέτρα αποτελούσε  σκαλιστή πόρτα  σφηνωμένη μέσα σε εισδοχή, καλύπτοντας κρύπτη που ήταν σκαμμένη μέσα στην πέτρα χωρίς να ξεχωρίζει.
Στο μεγάλο σεισμό που έγινε το 1443, η πέτρα κύλησε δίπλα στην Βρύση. Οι κάτοικοι τους επόμενους αιώνες δοξολόγησαν σ αυτή την πέτρα τον Άγιο Υπάτη, γιατι όσα μωρά δεν μπορούσαν να περπατήσουν, τα έπαιρναν και τα γύριζαν λιτή γύρω της, και ο Άγιος τα βοηθούσε να περπατήσουν.

Λέγεται ότι πίσω από την θύρα μέσα στην κρύπτη φύλαγε τα χρυσαφικά του ο παλιός χρυσοχός. Λέγεται ότι ο Χ΄Φίλιππος ανακάλυψε την κρύπτη και βρήκε μέσα πλάκες χρυσού. Ορισμένοι παλιοί κάτοικοι ισχυρίζονται ότι με αυτό τον τρόπο απέχτησε τα πρώτα του λεφτά, και όχι πουλώντας κρεμμύδια.